Του Γιάννη Γορανίτη
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τις ολοένα και περισσότερο συνδεδεμένες και ψηφιοποιημένες κοινωνίες είναι η διαχείριση των δεδομένων, τα οποία κάθε λεπτό που περνάει πολλαπλασιάζονται και διογκώνονται. Σε συνδυασμό μάλιστα με την αξιοποίηση των αναδυόμενων τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η μηχανική μάθηση και η κβαντική υπολογιστική, αναμένεται να καθορίσουν αμετάκλητα το μέλλον όλων μας.
Ειδικά για την Ευρώπη, το στοίχημα είναι πολλαπλό. Αφενός, γιατί έχει μείνει σχετικά πίσω στην κούρσα της τεχνολογικής εξέλιξης σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, την Κίνα και αρκετούς αναδυόμενους (αλλά ιδιαιτέρως υπολογίσιμους) παίκτες απ’ όλο τον κόσμο. Αφετέρου, γιατί η ενωσιακή πολιτική και η (εύλογη) ανάγκη κανονιστικής ρύθμισης των νέων τεχνολογιών συχνά λειτουργεί αποτρεπτικά στην πρόοδο. Η φωτεινή εξαίρεση είναι ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) που από τον Μάιο ισχύει σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Αυτά είναι σε αδρές γραμμές τα γενικά συμπεράσματα από το 2ο Data Summit που διοργανώθηκε πριν λίγες ημέρες στο Δουβλίνο. Το Liberal ήταν το μοναδικό ελληνικό μέσο ενημέρωσης που παρακολούθησε τις εργασίες της συνόδου και είχε την ευκαιρία να ακούσει ομιλητές απ’ όλο τον κόσμο και να συζητήσει με κορυφαίους παράγοντες του κλάδου της τεχνολογίας.
Τα data ως μοχλός ανάπτυξης
Το Data Summit εγκαινιάστηκε από τον Pat Breen, υπουργό Προστασίας Δεδομένων της ιρλανδικής κυβέρνησης (κι όμως υπάρχει τέτοιο υπουργείο!), ο οποίος σημείωσε ότι η σωστή διαχείριση των data και η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών έχουν ήδη αποδειχθεί μοχλοί ανάπτυξης για την ιρλανδική οικονομία. «Οι επιλογές που κάνουμε σήμερα, επηρεάζουν το πώς θα ζήσουμε στο μέλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Pat Breen, υπουργός Προστασίας Δεδομένων της Ιρλανδίας
Στο ίδιο πλαίσιο, ο υπουργός Επικοινωνιών, Denis Naughten ανάφερε ότι η στροφή στις νέες τεχνολογίες συνετέλεσε στην προσέλκυση πολλών ξένων επενδύσεων (στην Ιρλανδία, άλλωστε, έχουν γραφεία και εγκαταστάσεις οι μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας παγκοσμίως), αλλά και στην υπέρβαση της κρίσης. Τόνισε επίσης την ανάγκη κοινωνικής αποδοχής των νέων τεχνολογιών και την αναγνώριση της αξίας τους ως προς την παραγωγή πλούτου και θέσεων απασχόλησης.
Ο Roberto Viola, γενικός διευθυντής της DG CNECT (Γενική Διεύθυνση Επικοινωνιακών Δικτύων, Περιεχομένου και Τεχνολογιών) της ΕΕ, επισήμανε τη σωρεία ευκαιριών για τα κράτη-μέλη, αρκεί να αναγνωρίσουν έγκαιρα εκμεταλλευτούν τις προκλήσεις που συνδέονται με τις ψηφιακές τεχνολογίες. Επισήμανε επίσης την ανάγκη τήρησης των υπαρχόντων κανονισμών για να συνεχίσει η ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων και πληροφοριών, προς όφελος των τελικών χρηστών.
Η προστασία των δεδομένων στο επίκεντρο
Τόσο ο κ. Viola, όσο και στελέχη μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας που βρέθηκαν στο Δουβλίνο τόνισαν τη μεγάλη σημασία του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων. Πράγματι, τέσσερις μήνες μετά την εφαρμογή του GDPR, οι ευρωπαϊκές αρχές, οι επιχειρήσεις, οι οργανισμοί αλλά και οι μεμονωμένοι πολίτες μοιάζουν να εμπεδώνουν το πνεύμα της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Οι περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις έχουν ενημερωθεί και έχουν ήδη συμμορφωθεί, ενώ για τις μικρομεσαίες οι ενδείξεις είναι θετικές, παρότι μένουν αρκετά βήματα να γίνουν.
Οι πολίτες της ΕΕ σε μεγάλο βαθμό μοιάζουν να ενεργοποιούνται και να ασκούν τα δικαιώματά τους στο ψηφιακό περιβάλλον, αν και σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα), απαιτείται ενημέρωση και περαιτέρω ευαισθητοποίηση. Πολλά ερωτήματα και επιμέρους διατάξεις αναμένεται να διασαφηνιστούν το αμέσως επόμενο διάστημα, αλλά το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η ιδιωτικότητα των χρηστών και η προστασία των δεδομένων τους βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο.
Πάνελ ειδικών που συζητάει την ανάγκη εξεύρεσης ισορροπίας μεταξύ νομοθεσίας και καινοτομίας
Αυτό βέβαια δεν συνεπάγεται ότι τα προβλήματα και οι απειλές έχουν εξαλειφθεί, το τοπίο διαγράφεται σαφέστατα πιο ευνοϊκό. Το παγκοσμιοποιημένο internet δεν γνωρίζει γεωγραφικά όρια και η όποια διασφάλιση των data μας εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν σημαίνει ότι επεκτείνεται παγκοσμίως. Αυτός είναι και ο λόγος που μεγάλες δυνάμεις του κλάδου, όπως η Microsoft πιέζουν προς την κατεύθυνση της οικουμενικής εφαρμογής του ίδιου (ή αντίστοιχου) κανονιστικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και σε αφρικανικές χώρες, όπως η Γκάνα, ο ευρωπαϊκός νόμος έχει αντιγραφεί και εφαρμοστεί ήδη (χωρίς φυσικά να υποχρεούνται).
To γεγονός ότι οι κολοσσοί της τεχνολογίας εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στην προστασία των δεδομένων επισημάνθηκε από ορισμένους ως οξύμωρο. Ο αντίλογος που προέκυψε κατά τις παράλληλες συνεδρίες του Data Summit είναι ότι οι εταιρείες τεχνολογίας και παροχής ψηφιακών υπηρεσιών έχουν μεγαλύτερο όφελος αν οι χρήστες εμπιστεύονται τις υπηρεσίες τους και νιώθουν ασφαλείς όταν τις χρησιμοποιούν και μοιράζονται τα δεδομένα τους.
«Πιστεύουμε ότι η ιδιωτικότητα είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα» μας είπε υψηλόβαθμο στέλεχος της Microsoft σε άτυπη συνάντηση. «Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να ευαισθητοποιούνται για τη χρήση των δεδομένων τους, σε βαθμό που θα χρησιμοποιούν μόνο την τεχνολογία που εμπιστεύονται», συνέχισε. Παράλληλα αναγνώρισε την τεράστια ευθύνη όλων των εταιρειών τεχνολογίας στην προστασία του απόρρητου των προσωπικών δεδομένων πελατών και συνεργατών.
Ασφάλεια των χρηστών και όρια για τις διωκτικές αρχές
Εξάλλου, στο Data Summit συζητήθηκε η αναγκαιότητα της αντιμετώπισής του κυβερνοεγκλήματος, χωρίς όμως να απειληθούν οι θεμελιώδεις ελευθερίες των χρηστών. Αρκετοί ειδικοί συντάσσονται με την πρόταση να υπογραφεί ένα πλαίσιο ενεργειών και θέσεων που θα προστατεύει τους πολίτες από το κυβερνοέγκλημα όπου κι αν βρίσκονται ανά τον κόσμο. Η έκκληση για την υπογραφή μιας ψηφιακής «Σύμβασης της Γενεύης», έρχεται σε συνέχεια της σύναψης της Cybersecurity Tech Accord που έχει στόχο την προστασία των χρηστών, αλλά και του ίδιου του ανοιχτού και ελεύθερου χαρακτήρα του μέσου.
Παράλληλα, όμως, κρίνεται απαραίτητη η προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικότητας των χρηστών ακόμη και από αιτήματα κυβερνήσεων και διωκτικών αρχών. Στις γνωστές υποθέσεις των αντιδικιών εταιρειών με κυβερνήσεις (π.χ. της Apple με το FBI για την παροχή πρόσβασης σε ηλεκτρονικά δεδομένα υπόπτων, της αγωγής της Microsoft προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ μετά το αίτημα για παροχή δεδομένων που ήταν αποθηκευμένα σε data center της εταιρείας στην Ιρλανδία, της Facebook με διωκτικές αρχές ανά τον κόσμο κ.ά.), προστίθενται καθημερινά νέες.
John Frank, Αντιπρόεδρος της Microsoft, υπεύθυνος για τις κυβερνητικές σχέσεις στην ΕΕ
Σε αυτή την κατεύθυνση, κρίνεται απαραίτητη η διαμόρφωση ενός κοινού –ει δυνατόν, διεθνούς– πλαισίου που αφενός θα δίνει στις αρχές εργαλεία πρόσβασης σε δεδομένα εγκληματιών και τρομοκρατών, αλλά και θα διασφαλίζει την προστασία των χρηστών. Η ψήφιση του CloudAct στις ΗΠΑ είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, ένα σημαντικό πρώτο βήμα για τη διαχείριση αντίστοιχων αιτημάτων σε διακρατικό επίπεδο. Δεν είναι όμως αρκετό. Το ίδιο ισχύει σε ένα βαθμό και για την αντίστοιχη ευρωπαϊκή νομοθετική πρόταση: το e-Evidence συνθέτει ένα σώμα κανόνων που επιτρέπει στις δικαστικές και αστυνομικές αρχές να αποκτούν πρόσβαση σε ηλεκτρονικά αποδεικτικά στοιχεία, με ιδιαίτερη μέριμνα όμως για την ιδιωτικότητα των χρηστών.
Όλοι πάντως συμφώνησαν ότι το αμέσως επόμενο διάστημα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για τις αποφάσεις που θα ληφθούν αναφορικά με τη διαχείριση, την προστασία και τη διασφάλιση των δεδομένων μας, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.